- αἰσύμνιον
- αἰσύμν-ιον, τό,A council-chamber at Megara, Paus.1.43.3.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
αισύμνιον — αἰσύμνιον, το (Α) τόπος συνεδριάσεως τών αρχόντων στα Μέγαρα. [ΕΤΥΜΟΛ. Η παραγωγή τής λ. μπορεί να ερμηνευθεί διαφοροτρόπως μπορεί να αποτελεί μεταρρηματικό σχηματισμό από το αἰσυμνάω, αλλά προκειμένου για δηλωτικά τόπων η παραγωγή από το όνομα… … Dictionary of Greek
Αἰσύμνιον — council chamber neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰσύμνιον — council chamber neut nom/voc/acc sg αἰσυμνάω rule over imperf ind act 3rd pl (epic doric ionic) αἰσυμνάω rule over imperf ind act 1st sg (epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)